φήτρη

φήτρη
ἡ, Α
(ιων.τ.) βλ. φράτρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • φράτρα — και φάτρα και ιων. τ. φρήτρη και φήτρη και δωρ. τ. πάτρα, ἡ, Α 1. (με πολιτική σημ.) αδελφότητα 2. (κατά τους ηρωικούς χρόνους) γένος, φυλή («κρῖν ἄνδρας... κατὰ φρήτρας, ὡς φρήτρη φρήτρῃφιν ἀρήγῃ», Ομ. Ιλ.) 3. (κατά τους ιστορικούς χρόνους)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”